Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, έχει τελειώσει. Ο διαβόητος γερμανός γιατρός Γιόζεφ Μένγκελε, έχει καταφύγει την δεκαετία του ’60 στη Παταγονία της Αργεντινής. Εκεί θα συναντήσει μια οικογένεια, που θα τον φιλοξενήσει στην πανσιόν τους. Η Εύα, ο Έντζο και τα τρία τους παιδιά, θα γίνουν το ιδανικό πειραματόζωο, στα χέρια του καταζητούμενου Γερμανού Γιατρού. Όλοι στην οικογένεια, αγνοώντας την πραγματική του ταυτότητα, του συμπεριφέρονται σαν ένα καλό τους φίλο.
Γοητευμένοι από αυτόν τον χαρισματικό άνδρα, με τους ευγενικούς τρόπους, την επιστημονική του γνώση και φυσικά τα χρήματά του, ξαφνικά ανακαλύπτουν ότι ζουν με έναν από τους μεγαλύτερους εγκληματίες όλων των εποχών, τον Γιόζεφ Μένγκελε, τον γνωστό από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς και σαν Άγγελο του Θανάτου.
Βασισμένη πάνω στην πραγματική ιστορία της απόδρασης του Angel Of Death, του Αγγέλου του Θανάτου, αφηγείται μια φανταστική υπόθεση, που εύκολα θα μπορούσε να συνοδεύεται από το συμπλήρωμα “Based On A True Story”.
Η νεαρή Φλορένθια Μπάδο κάνει το κινηματογραφικό της ντεμπούτο στο «Ο Γερμανός Γιατρός» υποδυόμενη την κόρη με την περιορισμένη ανάπτυξη, που θα τραβήξει στην αρχή την προσοχή του γιατρού. Για αυτή της την ερμηνεία, κέρδισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης ηθοποιού από την Ακαδημία Κινηματογράφου της Αργεντινής.
Μπορεί τα κίνητρα των γιατρών των Ναζί να ήταν η κατανόηση της φύσης του ανθρώπου και η θεραπεία ασθενειών, αλλά τα πειράματα που έκαναν οδήγησαν στο θάνατο χιλιάδες ανθρώπους με τον πιο σκληρό και μακάβριο τρόπο, παραβιάζοντας ταυτόχρονα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο Josef Mengele ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τα δίδυμα παιδιά προσπαθώντας να μάθει τον τρόπο των πολλαπλών γεννήσεων για να αναπαράγει γρήγορα την Άρια Φυλή. Σύμφωνα με μαρτυρίες πειραματίστηκε σε πάνω από 1000 ζευγάρια δίδυμων παιδιών από τα οποία επέζησαν λιγότερα από 200. Όταν τα παιδιά δεν του ήταν πλέον χρήσιμα, τα θανάτωνε σε θάλαμο αερίων ή με ένεση που περιείχε χλωροφόρμιο, κατευθείαν στην καρδιά. Εκτός όμως από τα δίδυμα οι Ναζί έψαχναν τρόπους να δημιουργήσουν πιο δυνατούς γενετικά στρατιώτες, παίζοντας με τους νόμους της φύσης αλλά και της ηθικής ακόμα πιο επικίνδυνα.
Ο Josef Mengele δυστυχώς δεν ήταν ο μοναδικός «άγγελος» που σκόρπισε τον τρόμο και τον θάνατο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης βασανίζοντας χιλιάδες αιχμαλώτους. Στην δίκη της Νυρεμβέργης, 23 ακόμα γιατροί δικάστηκαν για τα αποτρόπαια εγκλήματα τους ενώ είναι και πολλοί εκείνοι που κατάφεραν να ξεφύγουν από την δικαιοσύνη και απλώς χάθηκαν στην ιστορία.
Σκηνοθεσία: Λουσία Πουέντσο
Πρωταγωνιστούν: Άλεξ Μπρεντεμιούλ, Ναταλία Ορέιρο, Φλορένθια Μπάδο, Ντιέγκο Περέτι, Έλενα Ρόχερ.
Ματιά στην Ιστορία :
Ο Τζόσεφ Μένγκελε, γεννημένος στις 16 Μαρτίου 1911, ήταν ένας Γερμανός αξιωματικός των SS και γιατρός στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Μένγκελε απέκτησε το διδακτορικό στην ανθρωπολογία και την ιατρική από το πανεπιστήμιο του Μονάχου και ξεκίνησε την καριέρα του ως ερευνητής. Έγινε μέλος των Ναζί το 1937 και στη συνέχεια εισχώρησε στα SS το 1938.
Ύστερα από μια πορεία, που ξεκίνησε το 1938, μέσα από εκπαιδεύσεις και μεταθέσεις στην Ουκρανία, όπου τιμήθηκε με διάφορα μετάλλια, και το Βερολίνο, όπου συνέχισε την έρευνά του, μετατέθηκε στο Άουσβιτς. Εκεί του ανατέθηκε ο ρόλος του αρχίατρου στο στρατόπεδο συγκέντρωσης τσιγγάνων. Στα τέλη του 1941, το ίδιο στρατόπεδο άλλαξε από στρατόπεδο σκλάβων σε στρατόπεδο συγκέντρωσης/εξολόθρευσης Εβραίων.
Οι Εβραίοι χωρίζονταν σε ικανούς εργασίας, οι οποίοι φυλακίζονταν, και σε ανίκανους, όπως γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι και φαινομενικά άρρωστοι, οι οποίοι οδηγούνταν απευθείας σε θαλάμους αερίων. Η διαδικασία αυτή είναι γνωστή ως διαλογή. Έπειτα από επισκέψεις σε νοσοκομεία, έστελνε στους θαλάμους αρρώστους που δεν είχαν αναρρώσει. Ακόμα, ήταν μέλος ομάδας γιατρών χορηγούσαν Zyklon B. Προκειμένου να μελετήσει την ασθένεια ΝΟΜΑ που είχε ξεσπάσει σε ένα στρατόπεδο, ο Μένγκελε απομόνωσε και σκότωσε προσβεβλημένα παιδιά, ώστε να μελετηθούν κεφαλές και όργανα αρρώστων. Ακόμα, ύστερα από μια έξαρση τύφου σε ένα στρατόπεδο γυναικών, 600 Εβραίες γυναίκες εστάλησαν σε θάλαμο αερίων.
Η παραμονή του Μένγκελε στο Άουσβιτς ήταν μια ευκαιρία να πραγματοποιήσει πειράματα σε ανθρώπους, ώστε να μελετήσει την κληρονομικότητα. Μέρος της έρευνάς του ήταν τα μονοζυγωτικά δίδυμα, οι ετεροχρωματικές ίριδες, ο νανισμός και άνθρωποι με γενετικές ανωμαλίες. Σκοπός εν μέρει της έρευνας ήταν να αποδείξει την υπεροχή της κληρονομικότητας υπέρ του περιβάλλοντος, την ανωτερότητα της Άριας φυλής και να αυξήσει την αναπαραγωγή της Γερμανικής φυλής μέσα από γεννήσεις διδύμων.
Οι άνθρωποι-πειραματόζωα τύγχαναν καλύτερης αντιμετώπισης. Είχαν καλύτερη τροφή και στέγαση και προσωρινή ασυλία από τους θαλάμους. Στα παιδιά παρέχονταν και παιδότοπος όπου τα επισκεπτόταν συχνά με ζαχαρωτά, προκειμένου να τον συμπαθήσουν. Ήταν υπεύθυνος για έναν άγνωστο αριθμό θανάτων παιδιών μέσω ενέσεων, πυροβολισμών, ξυλοδαρμών, διαλογών και πειραμάτων. Δίδυμοι-πειραματόζωα περνούσαν από εβδομαδιαίες εξετάσεις και μετρήσεις. Τα πειράματα περιλάμβαναν ακρωτηριασμούς, εκ προθέσεως μολύνσεις ενός εκ των διδύμων και μεταγγίσεις αίματος.
Εάν ένας εκ των διδύμων πέθαινε κατά την διάρκεια των πειραμάτων από μία ασθένεια, ο άλλος θανατωνόταν επίσης, προκειμένου να μελετηθούν και τα δύο σώματα εκ παραλλήλου. Άλλα πειράματα που πραγματοποίησε ήταν η αλλαγή του χρώματος της ίριδας με χημικά, θανάτωση ανθρώπων με ετεροχρωματικές ίριδες για να μελετηθούν τα μάτια. Σε ανθρώπους με νανισμό και σωματικές ανωμαλίες διεξήγαγε μετρήσεις, εξαγωγές δοντιών, αιμοληψίες, χορηγήσεις φαρμάκων και ακτινογραφιών. Πολλά θύματα στέλνονταν σε θαλάμους αερίων, ούτος ώστε οι σκελετοί να μελετηθούν. Ακόμα, πραγματοποίησε πειράματα σε γυναίκες που κυοφορούσαν, πριν σταλούν και αυτές σε θαλάμους.
Λίγο πριν το τέλος του πολέμου, ο Μέγκελε δραπέτευσε μαζί με άλλους γιατρούς στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Γκρος-Ρόζεν. Μετέφερε δύο κούτες με δείγματα και σημειώσεις. Δραπέτευσε της περιοχής μια βδομάδα πριν την είσοδο των Σοβιετικών και κατέφυγε στα δυτικά στο Σααζ μεταμφιεσμένος ως αξιωματικός της Βέρμαχτ. Εμπιστεύτηκε προσωρινά όλα τα έγγραφά του σε μια νοσοκόμα-ερωμένη του. Συνελήφθη από Αμερικάνους τον Ιούνιο του 1945 με το δικό του όνομα, αλλά λόγω της κακής οργάνωσης των συμμάχων και του ότι δεν έφερε το χαρακτηριστικό τατουάζ των SS, αφέθηκε ελεύθερος λίγο αργότερα, στα τέλη του Ιουλίου. Απέκτησε πλαστά έγγραφα με όνομα Φριτς Ούλμαν, που αργότερα άλλαξε σε Φριτς Χόλμαν. Ύστερα από μήνες καταδίωξης και ενός ταξιδιού για να ανακτήσει τις σημειώσεις του, βρήκε δουλειά σαν αγρότης στο Ρόζενχαιμ.
Το 1949 έφυγε από την Γερμανία, και μέσω της Γένοβας της Ιταλίας, διέφυγε στην Αργεντινή τον ίδιο χρόνο με όνομα Χέλμουτ Γκρέγκορ. Εκεί εργάστηκε σαν επιπλοποιός και διέμενε σε μια πανσιόν. Μετά από μερικές εβδομάδες ένας φιλικά προσκείμενος στους Ναζί κάτοικος της περιοχής, του προσέφερε κατοικία και δουλειά. Εκεί δούλεψε σαν πωλητής και από το 1951 πραγματοποιούσε επαγγελματικά ταξίδια στην Παραγουάη. Αφού εξέδωσε πιστοποιητικό γέννησης για το πραγματικό του όνομα, αιτήθηκε άδειας παραμονής στην Αργεντινή. Αργότερα εξέδωσε Δυτικογερμανικό διαβατήριο και με αυτό ταξίδεψε στην Ευρώπη. Στην Ελβετία συνάντησε τον γιο του και την χήρα κουνιάδα του, Μάρθα.
Αφού επέστρεψε στην Αργεντινή, άρχισε να ζει με το πραγματικό του όνομα στο Μπουένος Άιρες. Η Μάρθα και ο γιος της τον ακολούθησαν ένα μήνα μετά και έζησαν μαζί. Το ζευγάρι παντρεύτηκε το 1958. Επαγγελματικά, είχε μέρος της ιδιοκτησίας φαρμακευτικής εταιρείας με το όνομα Fadro Farm. Το 1958 συνελήφθη μαζί με άλλους γιατρούς ύστερα από κατηγορίες για τον θάνατο γυναίκας ύστερα από έκτρωση, αλλά αφέθηκε ελεύθερος. Φοβούμενος ότι η δημοσιότητα αυτή θα οδηγούσε κυνηγούς κεφαλών στα ίχνη του, ταξίδεψε στην Παραγουάη, όπου και του χορηγήθηκε μόνιμη άδεια παραμονής με το όνομα Χοσέ Μένγκελε το 1959. Επέστρεψε στο Μπουένος Άιρες αρκετές φορές για να κλείσει επαγγελματικές εκκρεμότητες και να επισκεφτεί την οικογένεια του. Η Μάρθα με τον γιο της διέμεναν σε πανσιόν μέχρι το 1960, όπου και επέστρεψαν στην Γερμανία.
Το όνομα του Μένγκελε αναφέρθηκε αρκετές φορές κατά την διάρκεια της δίκης της Νυρεμβέργης, αλλά οι Σύμμαχοι ήταν πεπεισμένοι πως ήταν νεκρός. Η πρώτη του γυναίκα, Ειρήνη, και η οικογένεια στην γενέτειρα του είχαν δηλώσει πως είναι νεκρός. Οι κυνηγοί κεφαλών Σιμόν Βίσενταλ και Χέρμαν Λάνγκμπαϊν συγκέντρωσαν πληροφορίες από μάρτυρες από τις δραστηριότητες του κατά τον πόλεμο. Σε αναζήτηση λεπτομερειών σε δημόσια έγγραφα, εντόπισαν την διεύθυνση του στην Αργεντινή. Οι δυο τους πίεσαν τις Δυτικογερμανικές αρχές για έκδοση εντάλματος σύλληψης. Αρχικά, η Αργεντινή αρνήθηκε την αίτηση, λόγω του ότι ο κατηγορούμενος δεν διέμενε πλέον σε αυτή την διεύθυνση. Όταν πλέον εγκρίθηκε η αίτηση, ο Μένγκελε ζούσε ήδη στην Παραγουάη.
Τον Μάιο του 1960, ο Ίσσερ Χάρελ, διευθυντής της Μοσάντ, ηγήθηκε προσωπικά των επιτυχημένων προσπαθειών σύλληψης του Άντολφ Άιχμαν στο Μπουένος Άιρες. Ήλπιζε να εντοπίσει και τον Μένγκελε. Ύστερα από ανάκριση, ο Άιχμαν έδωσε την διεύθυνση της πανσιόν που χρησιμοποιούνταν από Ναζί σαν καταφύγιο. Η έρευνα στην πανσιόν ήταν άκαρπη. Ο ταχυδρόμος δήλωσε πως ενώ είχε παραλάβει γράμματα πρόσφατα, είχε μετακομίσει έκτοτε σε άγνωστο προορισμό. Ύστερα από λίγο οι έρευνες σταμάτησαν Ο Μένγκελε αποφάσισε να αλλάξει τοποθεσία ακόμη μία φορά, αφού η Δυτική Γερμανία προσέφερε αμοιβή για στην σύλληψή του και άρθρα για τις δραστηριότητές του κατά τον πόλεμο. Ο Ρούντελ, που είχε αποδράσει μαζί του, τον έφερε σε συνεννόηση με τον φιλοναζί Βόλφγκανγκ Γκέρχαρντ, που τον βοήθησε να ταξιδέψει στην Βραζιλία. Έμεινε με τον Γκέρχαρντ, μέχρι να βρεθεί μόνιμη κατοικία με την οικογένεια Στάμερ.
Με την βοήθεια του Μένγκελε, η οικογένεια αγόρασε μια φάρμα, στην οποία εργάστηκε και ο ίδιος. Το 1962, οι τρεις τους, αγόρασαν φάρμες, με τον Μένγκελε να έχει το 50%. Το ζευγάρι το 1963 ανακάλυψε το πραγματικό όνομα του Μένγκελε, ο οποίος είχε συστηθεί σαν Πέτερ Χοχμπίχλερ. Τελικά πείστηκαν να μην τον καταγγείλουν στις αρχές, με την αιτιολογία πως θα είχαν προβλήματα και οι ίδιοι για υπόθαλψη φυγά. Η Δυτική Γερμανία, ύστερα από πληροφορία για την νέα χώρα παραμονής, ξεκίνησε έρευνες στην Βραζιλία το 1961. Ο Μένγκελε και η οικογένεια Στάμερ αγόρασαν ένα σπίτι το 1969, με τον πρώτο μισό ιδιοκτήτη. Όταν ο Βόλγκανγκ Γκέρχαντ, επέστρεψε στην Γερμανία το 1971 λόγω σοβαρής ασθένειας της γυναίκας και του γιου του, έδωσε την ταυτότητά του στον Μένγκελε. Οι Στάμερ το 1974 αγόρασαν ένα σπίτι στο Σάο Πάολο, αλλά ο Μένγκελε δεν προσκλήθηκε, μιας και οι τρεις τους δεν είχαν πλέον καλές σχέσεις. Επίσης, αγόρασαν ένα διαμέρισμα στο Ελ Ντοράντο και του το νοίκιασαν. Ο Ρόλφ Μένγκελε, γιος του Μένγκελε, τον επισκέφτηκε εκεί ύστερα από την τελευταία φορά που είχαν βρεθεί στην Ελβετία, το 1956. Εκεί αντίκρισε έναν αμετανόητο Ναζί.
Το 1976 έπαθε το πρώτο εγκεφαλικό επεισόδιο. Είχε υψηλή πίεση και λοίμωξη του αυτιού,που επηρέασε την ισορροπία του. Κατά την επίσκεψή του στους Βόλφραμ και Λισελότε Μπόσερτ στα παράλια της Μπερτιόγκα τον Φεβρουάριο του 1979, έπαθε ακόμα ένα εγκεφαλικό καθώς καλυμπούσε και πνίγηκε. Θάφτηκε στο Εμπού ντας Άρτες με το όνομα Βόλγκανγκ Γκέρχαρντ, του οποίου την ταυτότητα χρησιμοποιούσε από το 1971.